Κατεβάστε
τον κατάλογο βιβλίων των εκδόσεων Κριτική
PDF (9,1 Mb)
Επικοινωνήστε μαζί μας για ερωτήσεις καταλόγου
Η παρούσα 3η επικαιροποιημένη έκδοση του βιβλίου Πόλη και πολεοδομικές πρακτικές έρχεται 10 χρόνια μετά την αναθεωρημένη 2η έκδοση του 2014. Τη δεκαετία που μεσολάβησε οι πόλεις και ο χωρικός σχεδιασμός επηρεάστηκαν σε σημαντικό βαθμό από την επέκταση των ψηφιακών εφαρμογών, την ένταση των φαινομένων της κλιματικής αλλαγής, τις επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19 και τις γενικότερες γεωπολιτικές ανακατατάξεις. Το βιβλίο επικαιροποιείται προκειμένου να συμπεριλάβει τις σημαντικές επιπτώσεις αυτών των εξελίξεων στις θεωρίες και τις πρακτικές σχεδιασμού των πόλεων.
Πώς ο σχεδιασμός του αστικού χώρου επηρεάζει την καθημερινή ζωή των παιδιών που μεγαλώνουν στην πόλη, και ειδικά στην ελληνική πόλη; Γιατί ο βαθμός ευημερίας των παιδιών είναι ίσως ο πιο καθοριστικός δείκτης βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας μιας πόλης; Ποιες καλές πρακτικές υιοθετούν οι πόλεις που είναι φιλικές για τα παιδιά και πώς μπορούμε να διδαχθούμε από αυτές;
Αυτά είναι τα κύρια ερωτήματα στα οποία απαντά το βιβλίο, που πραγματεύεται τη σχέση της παιδικής ηλικίας με τον αστικό χώρο, ιστορικά και στο σήμερα. Με πλούσιο φωτογραφικό υλικό και ευσύνοπτη παρουσίαση της ύλης, το βιβλίο απευθύνεται τόσο σε φοιτητές και ερευνητές όσο και σε κάθε αναγνώστη που ενδιαφέρεται να εμβαθύνει στο θέμα, με στόχο να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για τους ειδικούς αλλά και για το ευρύ κοινό.
Το βιβλίο μελετά τις έξυπνες πόλεις και τις σχετικές με αυτές δραστηριότητες εξυπηρετώντας πολλαπλούς στόχους. Πρώτον, να αποσαφηνίσει το πλαίσιο της έξυπνης πόλης και τον ρόλο της διακυβέρνησης σε αυτή. Δεύτερον, να γίνει ένας οδηγός για κυβερνήσεις, ερευνητές και επαγγελματίες βοηθώντας τους να κατανοήσουν τι είναι η έξυπνη πόλη, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία και τη διεθνή πρακτική, προσδιορίζοντας τα στοιχεία που συνθέτουν μια έξυπνη πόλη και τα τεχνολογικά εργαλεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να εξυπηρετηθεί η αποστολή της. Τρίτον, να προσφέρει στους αναγνώστες τα εργαλεία που θα τους βοηθήσουν να αντιληφθούν, να εκτιμήσουν τις δυνατότητες, να διαχειριστούν την ανάπτυξη και να αξιολογήσουν το αποτέλεσμα ενός έργου έξυπνης πόλης. Τέταρτον, να χρησιμεύσει ως διδακτικό υλικό για φοιτητές που προσεγγίζουν ζητήματα σχετικά με την έξυπνη πόλη. Από αυτή την άποψη, κάθε κεφάλαιο έχει συγκεκριμένα μαθησιακά αποτελέσματα και ένα σύνολο ερωτήσεων για την υποστήριξη της μάθησης. Ως εκ τούτου, χρησιμοποιούνται αρκετά αποτελέσματα από συνεχιζόμενες μελέτες, ευρύ επιστημονικό υλικό (άρθρα, βιβλία και εκθέσεις), στοιχεία από εμπειρογνώμονες, προσωπικές εμπειρίες και παραδείγματα πόλεων.
Η μετάβαση στην ψηφιακή εποχή και οι όλο και πιο προηγμένες τεχνολογίες που εισάγονται συμβάλλουν με καινοτόμους τρόπους τόσο στην κατανόηση της πολυπλοκότητας του χώρου και των διαδικασιών και μορφών μετασχηματισμού του όσο και στην αντιμετώπιση και διαχείριση των σύνθετων και πολυεπίπεδων προβλημάτων του μέσω φυσικο-ψηφιακών αλληλεπιδράσεων. Για τον χωρικό σχεδιασμό, η ψηφιακή εποχή δεν αφορά μόνο την αυτοματοποίηση των εργαλείων ή και εν γένει του συστήματος σχεδιασμού. Αφορά πολύ περισσότερο την αναζήτηση ενός νέου σχεδιαστικού προτύπου και ενός νέου οράματος στο οποίο ο ψηφιακός μετασχηματισμός μπορεί να παίξει κρίσιμο ρόλο. Μέσα από τα 10 κεφάλαια αυτού του βιβλίου, οι συγγραφείς τους αναδεικνύουν σημαντικά ζητήματα στη θεώρηση του χωρικού σχεδιασμού υπό το πρίσμα της ψηφιακής εποχής, όπως ο εξελικτικός μετασχηματισμός, η μεταφορά και η δημιουργία γνώσης μέσω ψηφιακών συστημάτων και μέσων κοινωνικής δικτύωσης, καθώς και η αξιοποίηση ψηφιακών εργαλείων και τεκμηρίων για τον σχεδιασμό της βιώσιμης ανάπτυξης των πόλεων, της κινητικότητας και των δικτύων.
Η ρύθμιση του γεωγραφικού χώρου και η εξασφάλιση μιας τάξης στη χρήση του εδάφους τους αποτελεί κεντρικό στόχο των σύγχρονων κρατών. Για τον λόγο αυτό, κύριο μέλημα του συγγραφέα είναι να ενταχθεί το ιστορικό της χωροταξίας στο ευρύτερο πλαίσιο της ελληνικής ιστορίας των μεταπολεμικών χρόνων, μέχρι τις μέρες μας, με τη βοήθεια ιστοριογραφικής βιβλιογραφίας και αναλύσεων πολιτικών επιστημόνων, χωρίς να μετατραπεί το βιβλίο σε ένα συμβατικό επαγγελματικό εγχειρίδιο, έστω κι αν περιέχει πλήθος πληροφοριών για τη χωροταξία στην πράξη.
Με αφετηρία τη θεώρηση [thesis] της Μεσογειακής Πόλης ως κυρίαρχο αναφορικό και ερμηνευτικό πλαίσιο για την ιδιαιτερότητα της ελληνικής αστικοποίησης στη διεθνή βιβλιογραφία, το βιβλίο αυτό εξετάζει τους μετασχηματισμούς της συζήτησης για την ελληνική πόλη, αλλά και τις αλλαγές στις διαδικασίες και στις δυναμικές που συνθέτουν την ελληνική αστικότητα [urbanism]. Ζητούμενο αποτελεί η χαρτογράφηση της ιδιαίτερης πορείας της ελληνικής πόλης σε μια κρίσιμη περίοδο κατά την οποία καταγράφονται σημαντικές μεταβολές στις συνθήκες ανάπτυξης των ευρωπαϊκών πόλεων, στο πλαίσιο της αστικής διακυβέρνησης, αλλά και στους προσανατολισμούς της αστικής πολιτικής. Ο συσχετισμός της εγχώριας συζήτησης με το αντίστοιχο ευρωπαϊκό πλαίσιο διατρέχει όλη την ανάλυση και αποτελεί κεντρικό άξονα της διερεύνησης, καθώς τόσο οι κυρίαρχες χωρικές σχεδιαστικές κατευθύνσεις όσο και οι πολιτικές επιλογές για το μέλλον της ελληνικής πόλης, αντλούν απροβλημάτιστα και επηρεάζονται άμεσα από τις τάσεις και τις εξελίξεις που εμφανίζονται στο ευρωπαϊκό πεδίο.
Το βιβλίο απαντά στην ανάγκη να σχηματοποιηθεί ένας αποτελεσματικός θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός και να υπάρξει μια κοινή κατανόηση και ένα κοινό λεξιλόγιο γύρω από αυτόν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για τη Γαλάζια Ανάπτυξη και της Εδαφικής Ατζέντας της ΕΕ 2020.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη μία ιδιαίτερα έντονη συζήτηση σχετικά με το περιεχόμενο, και κατ’ επέκταση, τους τρόπους μέτρησης της οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και τους παράγοντες που την επηρεάζουν. Η καταλληλότητα του ΑΕΠ ως δείκτης μέτρησης της οικονομικής ανάπτυξης τίθεται διαρκώς υπό αμφισβήτηση, ενώ η αναζήτηση εναλλακτικών δεικτών βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη ενός εντυπωσιακά μεγάλου αριθμού φορέων. Παράλληλα, αναγνωρίζεται ότι η συμβολή του ανθρώπινου δυναμικού στην οικονομική ανάπτυξη και ειδικότερα στις πιο αναπτυγμένες περιφέρειες μιας χώρας, είναι μεγαλύτερη από τη συμβολή του φυσικού κεφαλαίου, καθώς αυξάνει την παραγωγικότητα της εργασίας, γίνεται φορέας αξιοποίησης και διάχυσης της τεχνολογίας και της καινοτομίας και παράγει υψηλές εξωτερικές οικονομίες που διαχέονται στην οικονομία και στο κοινωνικό σύνολο.
Οκτώβριος 2024 – Κυκλοφορεί ως νέα αναθεωρημένη έκδοση:
Πόλη και πολεοδομικές πρακτικές
Για τη βιώσιμη αστική ανάπτυξη – 3η αναθεωρημένη έκδοση
Ελένη Ανδρικοπούλου, Αθηνά Γιαννακού, Γρηγόρης Καυκαλάς, Μάγδα Πιτσιάβα-Λατινοπούλου
Ο τόμος περιέχει θεωρητικές και μεθοδολογικές προσεγγίσεις του χωροταξικού σχεδιασμού. Αυτές μπορούν να αξιοποιηθούν σε όλα τα επίπεδα του σχεδιασμού (εθνικό, περιφερειακό, τοπικό, αστικό), καθιστώντας το σύγγραμμα έναν χρήσιμο οδηγό για τη συστηματική αντιμετώπιση μεθοδολογικών αλλά και πρακτικών προβλημάτων.
Στην Ελλάδα, παρά τη συσσωρεμένη εμπειρία από σεισμικές καταστροφές, τόσο σε πρακτικό όσο και σε θεωρητικό επίπεδο, πολλές πτυχές από τις διαδικασίες αποκατάστασης-ανασυγκρότησης δεν καταγράφηκαν συστηματικά, δεν αποτιμήθηκαν και, το κυριότερο, δεν εντάχθηκαν σε ένα ευρύτερο σώμα γνώσης. Ο συλλογικός αυτός τόμος είναι μια απόπειρα σύνθεσης ενός corpus γνώσης, διεπιστημονικού και διατομεακού χαρακτήρα, ως συμβολή στον αναδυόμενο προβληματισμό και τη συζήτηση για θέματα αποκατάστασης και ανοικοδόμησης μετά από σεισμούς.
Αντικείμενο του βιβλίου είναι η θεωρία και η ως τώρα εμπειρία της χωρικής διακυβέρνησης στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη. Αποτέλεσμα μακρόχρονης ερευνητικής προσπάθειας, αναζητεί μια κεντρική θέση στην περιορισμένη σχετική ελληνική βιβλιογραφία, στα πεδία της χωροταξίας και πολεοδομίας, της αστικής και περιφερειακής γεωγραφίας, της δημόσιας διοίκησης και άλλων κοινωνικών επιστημών.
Μια εμπεριστατωμένη μελέτη που απαντά στην ανάγκη συμμετοχής της χώρας μας στις ευρωπαϊκές εξελίξεις, χρήσιμο εγχειρίδιο μελέτης και πληροφόρησης για σε φοιτητές, ερευνητές και επαγγελματίες που προέρχονται τόσο από τον δημόσιο, όσο και από τον ιδιωτικό τομέα. Εμπλουτισμένο με εκτενή παρουσίαση και ανάλυση εφαρμοσμένων περιπτώσεων στρατηγικού χωρικού σχεδιασμού στην Ευρώπη, με πίνακες, διαγράμματα και έγχρωμους χάρτες, καθώς και με εκτενή και ενημερωμένη βιβλιογραφία (οργανωμένη θεματικά), αποτελεί ένα πλήρες και έγκυρο επιστημονικό εργαλείο.
Ένα συλλογικό έργο που προσεγγίζει κρίσιμα θέματα ανάλυσης και σχεδιασμού του χώρου. Το βιβλίο αυτό φιλοδοξεί να συμβάλει στο διάλογο για τα σύγχρονα χωρικά και κοινωνικοοικονομικά ζητήματα που συνδέονται με την ανάλυση, το σχεδιασμό και την ανάπτυξη του χώρου στις μεσαίες και μεγάλες κλίμακες – την πόλη και την περιφέρεια.
Σύγχρονο και επιστημονικά τεκμηριωμένο, το βιβλίο εξετάζει τις επιπτώσεις των συνόρων στο χώρο, στην οικονομία και στην πολιτική. Οι συγγραφείς αναλύουν και αξιολογούν, μέσα από τη θεωρία και την εμπειρική διερεύνηση, τις βασικότερες παραμέτρους που διαμορφώνουν την οικονομική διασυνοριακή αλληλεπίδραση. Η έρευνα θέτει στο επίκεντρο της ανάλυσης τα νέα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξετάζοντας ταυτόχρονα, με μια πιο κοντινή ματιά, τη διασυνοριακή ζώνη της Ελλάδας με την Αλβανία, την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ) και τη Βουλγαρία.
Οι συγγραφείς, ξεκινώντας με την ερμηνευτική της γης (πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν εδώ βοσκοί, καταπατητές, πολιτικοί και οικιστές), περνώντας από τη ζωή στο «μικρό σπίτι» στις παρυφές της πόλης, τη διαμόρφωση αστικής πύκνωσης και φτάνοντας στην εκ των υστέρων κρατική ρύθμιση, μας προσκαλούν να αναγνωρίσουμε βήμα βήμα την κοινωνική δημιουργία της αθηναϊκής μητρόπολης και τα χαρακτηριστικά του αναπτυξιακού προτύπου της κοινωνικής αυτορρύθμισης.